Η κατοικία αναπτύσσεται σε επικλινές οικόπεδο 2.000 τ.μ. μακρόστενου σχήματος. Ο περιβάλλων χώρος χαρακτηρίζεται από έντονη βλάστηση, ενώ ο ανατολικός προσανατολισμός και το αυξημένο υψόμετρο της περιοχής προσφέρουν απρόσκοπτη θέα στο φυσικό τοπίο.
Οι βασικές απαιτήσεις του σχεδιασμού περιλαμβάνουν τη δημιουργία ενιαίων χώρων διημέρευσης, δύο υπνοδωματίων, κοινόχρηστου λουτρού, ενός master bedroom, υπαίθριου καθιστικού, πισίνας και υπόγειου χώρου για βοηθητικές χρήσεις και στάθμευση.
Λόγω της γεωμετρίας του οικοπέδου, η κάτοψη της κατοικίας οργανώνεται σε επιμήκη μορφή, με μεγάλα ανοίγματα στραμμένα προς τη θέα. Η έντονη κλίση του εδάφους οδήγησε στην τοποθέτηση του κτιρίου στο κέντρο του οικοπέδου, προκειμένου να αξιοποιηθεί πλήρως το φυσικό ανάγλυφο και η θέα. Στο πίσω μέρος, διαμορφώνεται πέτρινος τοίχος αντιστήριξης σε απόσταση διαδρόμου από το κτίριο. Η επιλογή να αντιμετωπιστεί το κτίριο ως ένας ισόγειος επιμήκης όγκος δημιουργεί την αίσθηση υπόσκαφης κατοικίας και συμβάλλει, μέσω της χρωματικής παλέτας, στην αρμονική ένταξή του στο περιβάλλον.
Η είσοδος τοποθετείται στο κέντρο της κάτοψης, επιτρέποντας την άμεση διάκριση των ζωνών: προς τα αριστερά αναπτύσσονται οι ιδιωτικοί χώροι (υπνοδωμάτια και λουτρά), ενώ προς τα δεξιά βρίσκονται οι χώροι διημέρευσης. Δεδομένης της θέσης της κατοικίας εκτός του αστικού ιστού, βασικός στόχος υπήρξε η αβίαστη σύνδεση της εσωτερικής με την εξωτερική ζωή. Το καθιστικό ενοποιείται πλήρως με τον εξωτερικό χώρο καθιστικού και BBQ μέσω της μεγάλης συρόμενης τζαμαρίας, ενώ η συνεχόμενη οροφή επεκτείνεται και πάνω από το εξωτερικό καθιστικό, ενισχύοντας την αίσθηση συνέχειας και τη βιωματική εμπειρία ενότητας του μέσα και του έξω.
Αρχιτέκτονας Έργου: Μαρία Ανθοπούλου
Ομάδα Μελέτης: Μαρία Ανθοπούλου, Ιωάννης Παπαδόπουλος, Ελένη Παναγιωτοπούλου